- συμπτύσσεται
- συμπτύσσωfoldpres ind mp 3rd sgσυμπτύσσωfoldpres ind mp 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κλακ — το ψηλό κυλινδρικό ανδρικό καπέλο επίσημης στολής το οποίο μπορεί με εσωτερικά ελατήρια να συμπτύσσεται σε πλάκα, αλλ. τσιλίντρο. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. claque, προϊόν ονοματοποιίας] … Dictionary of Greek
πήγμα — το / πῆγμα, ΝΑ 1. καθετί που είναι συναρμοσμένο, συναρμολογημένο από πολλά τεμάχια, από πολλά μέρη 2. το πάνω από τους τροχούς μέρος τών τροχοφόρων οχημάτων, η καροσερί 3. ο σκελετός σκάφους αρχ. 1. ο σκελετός τής στέγης οικοδομήματος 2. ο… … Dictionary of Greek
σύσπαστος — η, ο και συσπαστός, ή, ό / σύσπαστος, ον και συσπαστός, όν, ΝΑ [συσπῶ] ο κατασκευασμένος με τέτοιο τρόπο ώστε να συσπάται, να συμπτύσσεται, να μαζεύεται («ὡς τὰ συσπαστὰ βαλάντια», Αθήν.) νεοελλ. 1. (για μυ) αυτός που παρουσιάζει σύσπαση 2. το… … Dictionary of Greek